Μια ιστορία για τη Βαρεμάρα!
Μια ιστορία από την αγαπημένη μου Ραφαέλα που προσπαθεί να μάθει την υπευθυνότητα και τη συνέπεια!
Ο Κύριος Βαρεμάρας
Ο κύριος Βαρεμάρας σηκώνεται το μεσημέρι από το κρεβάτι του. Δεν έχει δουλειά, ούτε σχολείο γιατί βαριόταν να πάει. Σκέφτηκε να φτιάξει ένα τοστ γιατί πεινούσε και μιας και βαριόταν να μαγειρέψει ήταν η μόνη εύκολη λύση. Άνοιξε όμως το ψυγείο και δεν είχε τυρί ούτε ζαμπόν, είχε βαρεθεί να πάει στο Σούπερ Μάρκετ, είχε μόνο μία χαλασμένη ντομάτα που είχε βαρεθεί να την πετάξει. Έφαγε λίγο ψωμί λοιπόν και κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέφτη. Ήταν γεμάτος τσίμπλες γιατί βαριόταν να πλυθεί, το πρόσωπό του είχε αλλάξει, είχε λεπτύνει πολύ γιατί δεν έτρωγε καλά, βαριόταν να μαγειρέψει υγιεινά φαγητά. Πήγε να χαμογελάσει αλλά τρόμαξε μόλις είδε τα δόντια του, ήταν ΜΑΥΡΑ!! Βαριόταν να τα πλύνει εδώ και μέρες. Κοίταξε λοιπόν και τα ρούχα του, ήταν βρώμικα και παλιά. Βαριόταν να τα πλύνει , να κάνει μπάνιο και να βάλει καθαρά. Χάρηκε λες;
Αψού!! Βαριόταν να φορέσει κάλτσες ή να βάλει τις παντόφλες του, μάλλον είχε κρυώσει. Και εδώ που τα λέμε δεν θυμόταν που είναι οι παντόφλες του. Βαριόταν συνεχώς να ταχτοποιήσει τα πράγματά του.
Όπως μπορούσε λοιπόν σύρθηκε ως τον καναπέ και αποφάσισε να δει τηλεόραση αλλά ο καναπές ήταν πολύ βρώμικος, ούτε μπορούσε να σκεφτεί που βρίσκεται το τηλεκοντρόλ, τίποτα δεν ήταν στη θέση του γιατί βαριόταν να κάνει τις δουλειές του σπιτιού. Πατάει το κουμπί της τηλεόρασης αλλά ήταν λερωμένη και χαλασμένη. Την άφηνε ανοιχτή όλη μέρα και όλη νύχτα γιατί βαριόταν να κάνει κάτι άλλο.
Έτσι όπως είχε κάνει τη ζωή του δεν είχε φίλους ούτε γνώριζε τις ικανότητές του. Δεν ήξερε τι μπορεί να καταφέρει και όλοι τον κορόιδευαν. Χωρίς να το καταλάβει πως συνέβη αυτό στη ζωή του ένιωθε άχρηστος, μόνος και στενοχωρημένος.
Τι θα κάνει;;;
Το Αντίδοτο
Σταμάτησε για λίγο να σκεφτεί τη ζωή του και πανικοβλήθηκε! Πώς είχε καταντήσει έτσι εξαιτίας της βαρεμάρας του; Δεν πήγαινε άλλο, αυτή η κατάσταση! Κανείς δεν μπορεί να ζήσει έτσι! Έπρεπε να δοθεί μια λύση! Να πάρει μια απόφαση!
Αφού το σκέφτηκε καλά πήρε χαρτί και μολύβι, «καθετί χρειάζεται ένα ΣΧΕΔΙΟ», είπε! Έγραψε όλες τις δουλειές που είχε να κάνει, τις χώρισε σε κατηγορίες και έπειτα έγραψε τι ώρα θα κάνει τη καθεμία. Μόλις τελείωσε σκέφτηκε πως θα βοηθούσε αν έδινε στον εαυτό του ένα βραβείο για κάθε δουλεία που θα έκανε. Έτσι θα είχε ένα ωραίο λόγο να προσπαθήσει.
Η πρώτη δουλειά ήταν να πλύνει τα πιάτα. Ξεκίνησε με αυτό που πίστευε πως θα ήταν το πιο εύκολο μέσα σε αυτό το χάος του σπιτιού του. Αν τα κατάφερνε θα επιβράβευε τον εαυτό του κάνοντας μια μικρή βόλτα μέχρι το περίπτερο της γειτονιάς του για ένα νόστιμο παγωτό. Έτσι συνέχισε για κάθε δουλειά που είχε ορίζοντας το χρόνο και το βραβείο που θα κέρδιζε.
Μετά, ψώνισε από το φαρμακείο μια οδοντόβουρτσα και οδοντόκρεμα για να ξεκινήσει τις καινούριες καλές συνήθειες. Επόμενη στάση η αγορά όπου θα ψώνιζε ντομάτες, αγγούρια, τυρί, ζαμπόν, ψωμί, γιαούρτια, καρότα και άλλες τόσες νοστιμιές για να γεμίσει το ψυγείο. Έπρεπε να σκεφτεί και την εμφάνισή του. Πήγε σε ένα κατάστημα με ρούχα και αγόρασε ένα τζίν και λίγες μπλούζες που αποφάσισε ότι θα προσέχει αυτή τη φορά. Γυρίζοντας σπίτι και αφού τα ταχτοποίησε όλα, δυο πράγματα είχε να σκεφτεί, μια ωραία δραστηριότητα που θα τον προστάτευε από τη βαρεμάρα του και φυσικά μια δουλειά ώστε να μπορεί να συνεχίσει να έχει όλα όσα του αρέσουν.
Τώρα που είχε καθαρίσει το σπίτι και ήταν και ο ίδιος καθαρός και περιποιημένος αποφάσισε να κάνει φίλους ακόμα και να τους καλέσει στο καθαρό του σπίτι και να τους κεράσει κέικ με παγωτό που θα έφτιαχνε.
Όλα αυτά που έκανε ήθελαν προσπάθεια, κούραση, χρόνο. Ήταν σίγουρα πολύ κουρασμένος, ήταν όμως και πολύ χαρούμενος γιατί τα είχε καταφέρει, είχε κάνει τόσα πολλά πράγματα και πλέον είχε αποκτήσει τόσες ικανότητες. Η μεγαλύτερη ικανότητά του ήταν πως βρήκε τρόπο να γίνει καλύτερος. Είχε βρει το αντίδοτο που ήταν το χαρτί και το μολύβι ώστε να οργανώνει τις υποχρεώσεις του. Από Κύριο Βαρεμάρα, τον έλεγαν πλέον κύριο Υπεύθυνο και ο ίδιος καμάρωνε πολύ για αυτή του την εξέλιξη.
Ο Κύριος Βαρεμάρας
Ο κύριος Βαρεμάρας σηκώνεται το μεσημέρι από το κρεβάτι του. Δεν έχει δουλειά, ούτε σχολείο γιατί βαριόταν να πάει. Σκέφτηκε να φτιάξει ένα τοστ γιατί πεινούσε και μιας και βαριόταν να μαγειρέψει ήταν η μόνη εύκολη λύση. Άνοιξε όμως το ψυγείο και δεν είχε τυρί ούτε ζαμπόν, είχε βαρεθεί να πάει στο Σούπερ Μάρκετ, είχε μόνο μία χαλασμένη ντομάτα που είχε βαρεθεί να την πετάξει. Έφαγε λίγο ψωμί λοιπόν και κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέφτη. Ήταν γεμάτος τσίμπλες γιατί βαριόταν να πλυθεί, το πρόσωπό του είχε αλλάξει, είχε λεπτύνει πολύ γιατί δεν έτρωγε καλά, βαριόταν να μαγειρέψει υγιεινά φαγητά. Πήγε να χαμογελάσει αλλά τρόμαξε μόλις είδε τα δόντια του, ήταν ΜΑΥΡΑ!! Βαριόταν να τα πλύνει εδώ και μέρες. Κοίταξε λοιπόν και τα ρούχα του, ήταν βρώμικα και παλιά. Βαριόταν να τα πλύνει , να κάνει μπάνιο και να βάλει καθαρά. Χάρηκε λες;
Αψού!! Βαριόταν να φορέσει κάλτσες ή να βάλει τις παντόφλες του, μάλλον είχε κρυώσει. Και εδώ που τα λέμε δεν θυμόταν που είναι οι παντόφλες του. Βαριόταν συνεχώς να ταχτοποιήσει τα πράγματά του.
Όπως μπορούσε λοιπόν σύρθηκε ως τον καναπέ και αποφάσισε να δει τηλεόραση αλλά ο καναπές ήταν πολύ βρώμικος, ούτε μπορούσε να σκεφτεί που βρίσκεται το τηλεκοντρόλ, τίποτα δεν ήταν στη θέση του γιατί βαριόταν να κάνει τις δουλειές του σπιτιού. Πατάει το κουμπί της τηλεόρασης αλλά ήταν λερωμένη και χαλασμένη. Την άφηνε ανοιχτή όλη μέρα και όλη νύχτα γιατί βαριόταν να κάνει κάτι άλλο.
Έτσι όπως είχε κάνει τη ζωή του δεν είχε φίλους ούτε γνώριζε τις ικανότητές του. Δεν ήξερε τι μπορεί να καταφέρει και όλοι τον κορόιδευαν. Χωρίς να το καταλάβει πως συνέβη αυτό στη ζωή του ένιωθε άχρηστος, μόνος και στενοχωρημένος.
Τι θα κάνει;;;
Το Αντίδοτο
Σταμάτησε για λίγο να σκεφτεί τη ζωή του και πανικοβλήθηκε! Πώς είχε καταντήσει έτσι εξαιτίας της βαρεμάρας του; Δεν πήγαινε άλλο, αυτή η κατάσταση! Κανείς δεν μπορεί να ζήσει έτσι! Έπρεπε να δοθεί μια λύση! Να πάρει μια απόφαση!
Αφού το σκέφτηκε καλά πήρε χαρτί και μολύβι, «καθετί χρειάζεται ένα ΣΧΕΔΙΟ», είπε! Έγραψε όλες τις δουλειές που είχε να κάνει, τις χώρισε σε κατηγορίες και έπειτα έγραψε τι ώρα θα κάνει τη καθεμία. Μόλις τελείωσε σκέφτηκε πως θα βοηθούσε αν έδινε στον εαυτό του ένα βραβείο για κάθε δουλεία που θα έκανε. Έτσι θα είχε ένα ωραίο λόγο να προσπαθήσει.
Η πρώτη δουλειά ήταν να πλύνει τα πιάτα. Ξεκίνησε με αυτό που πίστευε πως θα ήταν το πιο εύκολο μέσα σε αυτό το χάος του σπιτιού του. Αν τα κατάφερνε θα επιβράβευε τον εαυτό του κάνοντας μια μικρή βόλτα μέχρι το περίπτερο της γειτονιάς του για ένα νόστιμο παγωτό. Έτσι συνέχισε για κάθε δουλειά που είχε ορίζοντας το χρόνο και το βραβείο που θα κέρδιζε.
Μετά, ψώνισε από το φαρμακείο μια οδοντόβουρτσα και οδοντόκρεμα για να ξεκινήσει τις καινούριες καλές συνήθειες. Επόμενη στάση η αγορά όπου θα ψώνιζε ντομάτες, αγγούρια, τυρί, ζαμπόν, ψωμί, γιαούρτια, καρότα και άλλες τόσες νοστιμιές για να γεμίσει το ψυγείο. Έπρεπε να σκεφτεί και την εμφάνισή του. Πήγε σε ένα κατάστημα με ρούχα και αγόρασε ένα τζίν και λίγες μπλούζες που αποφάσισε ότι θα προσέχει αυτή τη φορά. Γυρίζοντας σπίτι και αφού τα ταχτοποίησε όλα, δυο πράγματα είχε να σκεφτεί, μια ωραία δραστηριότητα που θα τον προστάτευε από τη βαρεμάρα του και φυσικά μια δουλειά ώστε να μπορεί να συνεχίσει να έχει όλα όσα του αρέσουν.
Τώρα που είχε καθαρίσει το σπίτι και ήταν και ο ίδιος καθαρός και περιποιημένος αποφάσισε να κάνει φίλους ακόμα και να τους καλέσει στο καθαρό του σπίτι και να τους κεράσει κέικ με παγωτό που θα έφτιαχνε.
Όλα αυτά που έκανε ήθελαν προσπάθεια, κούραση, χρόνο. Ήταν σίγουρα πολύ κουρασμένος, ήταν όμως και πολύ χαρούμενος γιατί τα είχε καταφέρει, είχε κάνει τόσα πολλά πράγματα και πλέον είχε αποκτήσει τόσες ικανότητες. Η μεγαλύτερη ικανότητά του ήταν πως βρήκε τρόπο να γίνει καλύτερος. Είχε βρει το αντίδοτο που ήταν το χαρτί και το μολύβι ώστε να οργανώνει τις υποχρεώσεις του. Από Κύριο Βαρεμάρα, τον έλεγαν πλέον κύριο Υπεύθυνο και ο ίδιος καμάρωνε πολύ για αυτή του την εξέλιξη.